Η κρίση στην Ευρώπη έχει αλλάξει χαρακτήρα τα τελευταία χρόνια. Από οικονομική κρίση έχει μεταμορφωθεί σε πολιτική κρίση. Η κρίση βαθαίνει καθημερινά, και παρόλο που κάποιοι προσπαθούν να κάνουν διάφορα, εκ του αποτελέσματος μπορούμε εύκολα να δούμε ότι δεν λειτουργούν. Γιατί όμως; Και τι μπορεί να γίνει; Ας δούμε μερικά ενδιαφέροντα γεγονότα. Για αρχή, είναι εύκολο να δούμε ότι η κρίση δεν έχει τελειώσει. Αυτό που ακούστηκε κάποια στιγμή, κάπου στο 2009, είναι ότι είχαμε μία μορφή ανάκαμψης, η οποία διήρκεσε μέχρι περίπου τα μέσα του 2010. Κατά τη χρονική αυτή περίοδο 3 πράγματα καλυτέρεψαν ελαφρώς στις ΗΠΑ: η κατάσταση στον τραπεζικό τομέα βελτιώθηκε ελαφρά, το χρηματιστήριο ανέκτησε σχεδόν την μισή από τη χασούρα που είχε προηγουμένως και τα εταιρικά κέρδη επανήλθαν επίσης ελαφρώς από τα τεράστια προβλήματα που είχαν το 2008 και το 2009. Η ανάκαμψη αυτή τελείωσε ένα χρόνο μετά. Η ανάκαμψη αυτή, δημιούργησε λίγες θέσεις εργασίας, αλλά μόνο για τους ανθρώπους που έμπαιναν στην αγορά εργασίας, και δεν έκανε απολύτως τίποτα για τους ανθρώπους που ήταν ήδη άνεργοι. Στην πραγματικότητα, η ανεργία παρέμεινε σε ανοδική πορεία. Η λεγόμενη αυτή ανάκαμψη, έκανε πολύ λίγα και για πολύ συγκεκριμένους τομείς, δηλαδή αυτούς που ανέφερα. Η τεράστια παρέμβαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ, είχε αποτέλεσμα, και μάλιστα μερικώς, μόνο σε αυτούς τους τομείς. Αγοράζοντας τα τοξικά προϊόντα που είχαν στην κατοχή τους, με δημόσιο χρήμα, είχε τη δικαιολογία ότι θα επέτρεπε στον τραπεζικό τομέα να “ξεπαγώσει” το πιστωτικό σύστημα, να επιτρέψει στις τράπεζες να δανείσουν ξανά σε άτομα και επιχειρήσεις, και να επανεκκινήσουν με τον τρόπο αυτό την οικονομία. Αυτό ήταν φυσικά αφελές, αν όχι απλά ένα ψέμα, μιας και όπως οποιοσδήποτε τραπεζίτης θα σας πει, και δεν το κρύβουν, το πρόβλημα του 2008 ήταν ότι είχαν δανείσει σε αυτούς που δεν έπρεπε να δανείσουν, και σε μία οικονομία σε ελεύθερη πτώση το τελευταίο πράγμα που θα έκανε ένα τραπεζίτης, ήταν να δανείσει. Πρακτικά, οι τράπεζες πήραν τα χρήματα αυτά, ισορρόπησαν τους προϋπολογισμούς τους, βελτίωσαν την οικονομική τους θέση και δεν έδωσαν κανένα δάνειο. Αντί για αυτό, χρησιμοποίησαν τα χρήματα αυτά για να αγοράσουν μέρος του κρατικού χρέους, ώστε το κράτος να έχει ακόμα περισσότερα χρήματα για να τους ξαναδώσει. Στο θέμα των επιχειρηματικών κερδών, η κυβέρνηση χρησιμοποίησε επίσης δημόσιο χρήμα ώστε να “τονώσει” τα κέρδη τους, αγοράζοντας τα προϊόντα τους κατευθείαν, ή επιτρέποντάς τους να αυξήσουν τα κέρδη τους κάνοντας μαζικές απολύσεις.
Αποτέλεσμα αυτών ήταν η μερική και ουσιαστικά πλασματική βελτίωση σε 3 τομείς, τραπεζικό τομέα, χρηματιστήριο αλλά και εταιρικά κέρδη, αλλά την ίδια στιγμή, η υπόλοιπη οικονομία έδωσε ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Ένα από αυτά, ο αριθμός των έμμισθων θέσεων εργασίας στην οικονομία έπεσε σταθερά από το 2007 ως το 2010. Λιγότερες θέσεις εργασίας με αυξανόμενο πληθυσμό φυσικά σημαίνει τεράστια ποσοστά ανεργίας (γύρω στο 10% στις ΗΠΑ το 2010). Το U-6 (άνθρωποι που ψάχνουν για δουλειά και δεν βρίσκουν + άνθρωποι που δουλεύουν part time ενώ θα ήθελαν να δουλεύουν full time + άνθρωποι που απελπίστηκαν και έπαψαν να ψάχνουν για δουλειά) φτάνει στα 25 με 30 εκατομμύρια (18%) του πληθυσμού των ΗΠΑ. Το ίδιο ισχύει και για τις εξώσεις και τις κατασχέσεις σπιτιών στις ΗΠΑ, οι οποίες το 2010 έφτασαν 250.000 το μήνα. Αλλά και αυτοί που δεν έχασαν την δουλειά ή το σπίτι τους, η αξία των σπιτιών κατά μέσο όρο έπεσε 25%. Η δουλειά των ανθρώπων έχει λιγότερες παροχές, λιγότερη ασφάλεια ενώ συνολικά οι συνθήκες εργασίας μιας ολόκληρης τάξης, από την αρχή της κρίσης το 2007 έχουν χειροτερέψει σταθερά και ραγδαία. Δεν υπήρξε καμία ανάκαμψη για την καθημερινότητα εκατοντάδων εκατομμυρίων Αμερικάνων.
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι οι τεράστιες προσπάθειες παρέμβασης της κυβέρνησης των ΗΠΑ, που σε ορισμένα σημεία ήταν πρωτόγνωρες, οι οποίες ξεκίνησαν κατά την προεδρεία του Μπούς και συνεχίστηκαν κατά την προεδρεία του Ομπάμα, δεν πέτυχαν. Δεν τερμάτισαν την ανεργία, δεν σταμάτησαν τις κατασχέσεις των σπιτιών, δεν καλυτέρεψαν τις συνθήκες και την ασφάλεια των θέσεων εργασίας. Ταυτόχρονα, η ρύθμιση της οικονομίας ήταν επίσης ανεπιτυχής.
Το οικονομικό σύστημα έχει ήδη καταρρεύσει δύο φορές με παταγώδη τρόπο, μία φορά πριν τον β’ παγκόσμιο πόλεμο, τη δεκαετία του 30, και άλλη μία το 2007. Η υπηρεσία που καταγράφει την κατάσταση της οικονομίας ονομάζεται National Bureau of Economic Research. Η υπηρεσία αυτή ανακοίνωσε επίσημα το τέλος της κρίσης το 2009. Ανάμεσα στις δύο μεγάλες καταρρεύσεις της οικονομίας, σύμφωνα με το ΝΒoER, είχαμε άλλες 11 κρίσεις μικρότερης κλίμακας. Σε κάθε μία από αυτές, εκατομμύρια θέσεις εργασίας χάθηκαν, επιχειρήσεις χρεοκόπησαν και όλα τα καλά που βλέπουμε σήμερα, σε ελαφρώς μικρότερη κλίμακα. Για παράδειγμα, σε μία από τις τελευταίες που έγιναν κατά τη δεκαετία του 1970, η πόλη της Νέας Υόρκης κήρυξε επίσημα πτώχευση.
Ζούμε σε ένα κατά βάση ασταθές οικονομικό σύστημα. Στις κρίσεις, πάντα γινόταν κάθε προσπάθεια να αποφευχθούν οι κρίσεις, να ελαχιστοποιηθούν οι συνέπειές τους, να προβλεφθούν στο μέλλον. Κάθε πρόεδρος των ΗΠΑ, μετά τον Ρούσβελτ, υποστήριξαν τα μέτρα που πάρθηκαν για να βγουν από την εκάστοτε κρίση, και υποσχέθηκαν κάθε φορά ότι τα μέτρα αυτά όχι μόνο θα τους έβγαζαν από την κρίση, αλλά θα θωράκιζαν και την οικονομία ώστε να αποφευχθεί μία παρόμοια κρίση στο μέλλον. Κάθε πρόεδρος το υποσχέθηκε, και κάθε πρόεδρος αθέτησε την υπόσχεση αυτή. Στη μεγάλη κρίση της δεκαετίας των 30, πάρθηκαν πάρα πολλά μέτρα για να ρυθμίσουν την οικονομική αγορά, μιας και είχαν τεράστιο πρόβλημα στον τραπεζικό και πιστωτικό τομέα. Ένα από αυτά τα μέτρα, για παράδειγμα, απαγόρευε στις εμπορικές και τις επενδυτικές τράπεζες να αναμιγνύουν τα κεφάλαιά τους(το λεγόμενο Glass Steagle Act). Θεωρήθηκε επικίνδυνο μια εμπορική τράπεζα να χρησιμοποιεί το αποθεματικό των καταθέσεων του κοινού για να επενδύει σε εταιρικές επενδύσεις μακράς διάρκειας, με τρόπο ώστε να μην μπορεί να ρευστοποιήσει τα χρήματα αυτά σε μικρό χρονικό διάστημα. Οι τράπεζες που εναντιώθηκαν στο νόμο αυτό, εύκολα κατάλαβαν ότι αν δεν μπορείς να εναντιωθείς στην ψήφιση ενός νόμου, μπορείς να κάνεις ότι μπορείς ώστε η εφαρμογή του να είναι αδύνατη με τον τρόπου που ήθελε ο νομοθέτης του. Μπορείς να τον αποφύγεις, αν τον αποδυναμώσεις, ή, αν έχεις αρκετή δύναμη, να τον ακυρώσεις. Ο παραπάνω νόμος είναι ένα καλό παράδειγμα, μιας και ο νόμος αποδυναμώθηκε αρχικά, και αποσύρθηκε τελικά επί Κλίντον. Έτσι είμαστε πάλι στο πρώτο βήμα όπου ξεκινήσαμε πριν 80 χρόνια, με τη μόνη διαφορά ότι τώρα οι εν λόγω οργανισμοί έχουν συσσωρεύσει ήδη μισό αιώνα εμπειρίας στο πως να αντιμετωπίζουν (να αποφεύγουν, να αποδυναμώνουν και τελικά να ακυρώνουν) τις προσπάθειες μιας κυβέρνησης να ρυθμίζει τον οικονομικό τομέα, έτσι τώρα μπορούν να το κάνουν πολύ πιο γρήγορα. Ένα πιο σύγχρονο παράδειγμα είναι οι νόμοι που περάστηκαν το καλοκαίρι του 2010 στις ΗΠΑ με τον ίδιο σκοπό. Οι τραπεζικοί οργανισμοί έφτιαξαν αμέσως τα λόμπι τους, και κατάφεραν να κρατησουν τις ρυθμιστικές λεπτομέρειες των νόμων αυτών στο ελάχιστο, από την γέννηση τους, ξοδεύονταν εκατομμύρια δολάρια για τον σκοπό αυτό.
Αλλά που βρήκαν τα εκατομμύρια αυτά, για να κάνουν τόσο μεγάλο αγώνα ώστε να αποφύγουν την κρατική ρύθμιση; Δυστυχώς, από το ίδιο το κράτος, με τη μορφή των “πακέτων στήριξης”.
Πως θα μπορούσαμε να περιγράψουμε με λίγα λόγια το γιατί όλες αυτές οι προσπάθειες αποφυγής των κρίσεων δεν λειτουργούν; Γιατί η κρίση όλο και βαθαίνει χωρίς φως στο ορίζοντα; Έχουν περάσει ήδη 5 χρόνια από την αρχή της κρίσης. Τι συμβαίνει; Βασικά αυτό που ήθελε να πετύχει η κυβέρνηση των ΗΠΑ με τα πακέτα στήριξης, και τις μαζικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών μεγάλων επιχειρήσεων είναι να “κινήσει” ξανά την οικονομία ξεπαγώνοντας τις πιστώσεις ώστε να πέσει χρήμα στην αγορά. Πρακτικά αυτό που έκανε είναι να μετακινήσει κακές επενδύσεις, λανθασμένα δάνεια και τοξικά προϊόντα από τους προϋπολογισμούς ιδιωτικών οργανισμών (που τα δημιούργησαν) στον προϋπολογισμό του δημοσίου. Ουσιαστικά μετέτρεψε το ιδιωτικό χρέος σε δημόσιο χρέος. Αυτό δεν λύνει το οικονομικό πρόβλημα, απλά το μετακινεί. Η κοινωνία αποζητά το ιδιωτικό και απεχθάνεται το δημόσιο, έτσι δεν είναι; Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το 95% των στεγαστικών δανείων που δόθηκαν το 2009 και το 2010 είτε εγγυήθηκαν ή αγοράστηκαν από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Χωρίς την κυβέρνηση, δεν θα υπήρχαν καθόλου στεγαστικά δάνεια στις ΗΠΑ, δεν θα υπήρχε καθόλου αγορά ακινήτων, η αξία των υπαρχόντων κατοικιών θα έφτανε σε πολύ σημαντικά χαμηλά επίπεδα και τώρα θα μιλούσαμε για μία οικονομική κρίση επικών διαστάσεων. Τα στεγαστικά χρηματοδοτήθηκαν με δισεκατομμύρια δολάρια ώστε να υπάρχει αγορά ακινήτων στις ΗΠΑ.
Ανέφερα το παραπάνω παράδειγμα, για να σας επιστήσω την προσοχή στο τι συμβαίνει όταν μία κυβέρνηση επεμβαίνει για να ρυθμίσει μία κρίση, είτε αφαιρώντας τα τοξικά τραπεζικά προϊόντα από τους προϋπολογισμούς των τραπεζικών ιδρυμάτων, είτε παρέχοντας “πακέτα στήριξης” (ο Ομπάμα παρείχε ένα τέτοιο ύψους 800 δις δολαρίων). Τα χρήματα φυσικά και στις δύο περιπτώσεις πρέπει να έρθουν από κάπου, και αυτό το κάπου είναι φυσικά, όπως πάντα, κρατικός δανεισμός (1.7 τρις δολάρια το 2009 για παράδειγμα). Εκτός λοιπόν από τα τοξικά τραπεζικά προϊόντα που αγοράζει, προσθέτει και τεράστια ποσά χρέους στην χώρα.
Ας δούμε λίγο πιο προσεκτικά το θέμα του δημοσίου χρέους που παράγεται με αυτόν τον τρόπο. Οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο, εν μέρει και λόγω των “πακέτων στήριξης” και τις εξαγοράς ιδιωτικών χρεών “για να τονώσουν την οικονομία”, έχουν συσσωρεύσει χρέη που ποτέ στην ιστορία δεν έχουμε ξαναδεί σε καιρό ειρήνης. Και το κάνουν με τρόπο ώστε να φαίνεται ότι είναι μία πολύ έξυπνη ιδέα που θα διορθώσει το πρόβλημα του ελλείμματος και θα λύσει το πρόβλημα συνολικά, λες και ο ακατάσχετος δανεισμός δεν έχει καθόλου συνέπειες, με τη λογική ότι θα μεταθέσουμε το πρόβλημα της αποπληρωμής όταν η οικονομία θα έχει επανέλθει, και θα έχουμε πλεονάσματα και θα δούμε αργότερα τι θα γίνει, μην ανησυχείτε καθόλου. Αλλά όταν μία κυβέρνηση δανείζεται, κάποιος πρέπει να την δανείζει. Ποιος έχει δανείσει τις ΗΠΑ για να παρέχει τόσα δώρα στον χρηματοπιστωτικό τομέα; Από την μία πλευρά, οι ίδιοι οι οικονομικοί οργανισμοί καθώς και επενδυτές δανείζουν την κυβέρνηση, γιατί κάτι τέτοιο είναι σαφώς πιο ασφαλές από το να δανείζουν σε οποιονδήποτε άλλο σε μία τέτοια οικονομική κατάσταση. Αυτό φυσικά δεν είναι ανάπτυξη, αλλά ανακύκλωση των κεφαλαίων. Αυτό είναι αρκετά ειρωνικό, γιατί αν μία κυβέρνηση δεν ήθελε να έχει έλλειμμα, θα μπορούσε κάλλιστα να ανεβάσει την φορολογία στους ίδιους ανθρώπους που τώρα την δανείζουν. Με τον τρόπο αυτό, και αν διατηρούσε αναλλοίωτη την υπόλοιπη στρατηγική επανεκκίνησης της οικονομίας, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το επιπλέον εισόδημα για τους σκοπούς που ανέφερα προηγουμένως αλλά χωρίς να έχει δανειστεί. Όταν η κυβέρνηση δεν θέλει να ακολουθήσει αυτό τον δρόμο, αλλά τον δρόμο του δανεισμού, είναι ενδιαφέρον αν δούμε ότι ουσιαστικά πηγαίνει στις ίδιες οικονομικές οντότητες που αρνήθηκε να φορολογήσει, και δανείζεται πλέον τα ίδια χρήματα. Από την πλευρά της οικονομικής οντότητας, κάτι τέτοιο είναι φυσικά θείο δώρο, και με χαρά προχωραέι σε ένα τέτοιο δανεισμό, μιας και όχι μόνο τα χρήματα θα του επιστραφούν στο εγγύς μέλλον, αλλά θα έχει και κέρδος με την μορφή τόκων από την κίνηση αυτή. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση βέβαια, τα μεγέθη δεν βγαίνουν για τις ΗΠΑ, μιας και δεν υπάρχουν αρκετά κεφάλαια για να καλύψουν τα γιγαντιαία πακέτα. Ο δανεισμός πρέπει να έρχεται και από κάπου αλλού και συγκεκριμένα από άλλες χώρες. Και έχει μεγάλο ενδιαφέρον στην συγκεκριμένη περίπτωση να τονίσουμε ότι η χώρα που έχει δανείσει τα περισσότερα(περίπου 1.3 τρις δολάρια) στις ΗΠΑ ώστε να βγουν από την κρίση του καπιταλιστικού οικονομικού τους συστήματος είναι η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Τα ΜΜΕ της ΗΠΑ φυσικά ποτέ δεν ανέφεραν τα στοιχεία αυτά, γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν (κυριολεκτικά) κόκκινο πανί για τον λαό της χώρας ενάντια στα μέτρα “ανασυγκρότησης” στα οποία ξοδεύτηκαν τα χρήματα αυτά. Παίρνοντας υπόψιν τα τεράστια αυτά ποσά καθώς και το επιτόκιο των εν λόγω δανείων, μπορείς κανείς εύκολα να καταλάβει ότι οι Αμερικάνοι εφοριακοί είναι αυτή τη στιγμή κατ ουσίαν υπάλληλοι είσπραξης που δουλεύουν για την κυβέρνηση της Κίνας μιας και κάθε χρόνο οι ΗΠΑ πρέπει να στέλνουν 50-60 δις δολάρια στην Κίνα μόνο για τους τόκους.
Αν όλα αυτά σας ακούγονται σαν ένας πραγματικά περίεργος τρόπος για να διορθώσει κάποιος μία οικονομική κρίση, ωραία. Αυτό ακριβώς ήταν το νόημα. Γιατί οι παραπάνω τρόποι δεν λειτούργησαν. Τα πακέτα διάσωσης δεν λειτούργησαν. Όχι μόνο γιατί τα τεράστια κεφάλαια που ξοδεύτηκαν για να επανεκκινησουν την οικονομία ήταν δανεικά. Αλλά γιατί σε μία παγκοσμιοποιημένη οικονομία, ένα μεγάλο ποσοστό των χρημάτων αυτών, δεν έμειναν καν στην χώρα, αλλά μεταφέρθηκαν σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη οι κεφαλαιούχοι θεώρησαν ότι έπρεπε να μεταφερθούν, για την μεγιστοποίηση των ιδιωτικών τους κερδών. Η νομισματική και οικονομική πολιτική που ακολουθήθηκε δεν λειτούργησε.
Και το χειρότερο είναι ότι γνωρίζαμε από πριν ότι δεν θα λειτουργούσε.
Στην προηγούμενη μεγάλη κρίση, το 1929, και αφού ο Ρούσβελτ ανέλαβε την προεδρεία λίγα χρόνια αργότερα, όλες οι νομισματικές και οικονομικές πολιτικές που ακολούθησε αργότερα η κυβέρνηση Ομπάμα, δοκιμάστηκαν πρώτα. Και ούτε τότε λειτούργησαν. Ο Ρούσβελτ συνέχισε να προσπαθεί μάταια, μιας και τα προβλήματα συνέχισαν να υπάρχουν και να διογκώνονται. Η μεγάλη κρίση διήρκησε από το 1929 τουλάχιστον μέχρι το τέλος της δεκαετίες του 30, για μια δεκαετία. Η ανεργία δεν μειωνόταν στα προ κρίσης επίπεδα. Αυτό που τελικά έβγαλε τις ΗΠΑ από την τεράστια κρίση, δεν ήταν μία οικονομική πολιτική, μιας και αυτές είχαν αποτύχει. Η απόφαση που τις έβγαλε από την κρίση, ήταν η απόφαση ενός έθνους να μπει στον β’ παγκόσμιο πόλεμο. Όπως και στο παρελθόν, ένας τεράστιος πόλεμος έδωσε τελικά την δυνατότητα στην ανεργία να πέσει, μιας και στους μισούς άνεργους δόθηκε μία στολή και ένα όπλο και στους άλλους μισούς μία θέση στα εργοστάσια που έφτιαχναν στολές και όπλα. Σαν μάθημα από την τότε εποχή θα έπρεπε να μάθουμε ότι οι ατελείωτες συζητήσεις για την μία ή την άλλη επιλογή οικονομικών μέτρων είναι ένας απλός αποπροσανατολισμός της κοινής γνώμης. Για λίγο καιρό μία πιο Κευνσιανή οικονομική πολιτική. Μία αλλαγή κυβέρνησης που φέρνει κάποιες αλλαγές που είναι ελαφρώς λιγότερο συντηρητικές για λίγους μήνες ακόμα. Μετά μία μεταστροφή σε κάτι ελαφρώς διαφοροποιημένο. Την ίδια στιγμή φυσικά που εμείς παρακολουθούμε με κομμένη την ανάσα τις πολύωρες συζητήσεις για τα οικονομικά μέτρα προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση, συμβαίνει κάτι άλλο. Ο αναπόφευκτος κύκλος του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος δεν περιμένει τα κανάλια για να προχωρήσει, όπως κάνει πάντα. Και ο κύκλος αυτός ακολουθεί την φυσιολογική του λειτουργία. Και ποια είναι αυτή; Μεγάλοι περίοδοι υψηλής ανεργίας, που τελειώνουν όταν οι εργαζόμενοι τελικά αποδεχτούν να δουλέψουν για πολύ λιγότερα από ότι παλιά, όταν έχουν μείνει χωρίς δουλειά για αρκετό χρονικό διάστημα, και οι προοπτικές είναι αρκετά απελπιστικές ώστε να αποδεχτούν μισθούς που θα ήταν απαράδεκτοι στην προηγούμενη κατάσταση. Την ίδια στιγμή, όταν οι επιχειρήσεις κλείνουν η μία μετά την άλλη, το κόστος των μεταχειρισμένων μέσων παραγωγής πέφτει γιατί οι χρεοκοπημένοι επιχειρηματίες είναι πολλοί περισσότεροι από τους πιθανούς αγοραστές. Τα επαγγελματικά ενοίκια ομοίως πέφτουν όπως και οι αμοιβές των υπηρεσιών. Και πότε σταματάει αυτό; Όταν η καταστροφή της παραγωγής και του κεφαλαίου είναι τόσο μεγάλη, και τα κόστη παραγωγής (μισθοί, ενοίκια, μέσα παραγωγής) έχουν πέσει τόσο πολύ ώστε ένας επενδυτής αρχίζει να βλέπει περιθώρια κέρδους σε μία τόσο εκφυλισμένη οικονομία. Στο σημείο αυτό ξεκινάει μία νέα περίοδος καπιταλιστικής ανάπτυξης που θα διαρκέσει 3-4 χρόνια μέχρι την επόμενη μικρή η μεγάλη κρίση και μάλιστα με όλο και περισσότερο επιταχυνόμενο ρυθμό. Οι κύκλοι αυτοί δεν έχουν ποτέ σταματήσει, επιβραδυνθεί ή ελεγχθεί παρά τις προσπάθειες δεκάδων ευφυέστατων οικονομολόγων ανά τους αιώνες.
Και για αυτό αυτή τη στιγμή τόσο μεγάλος αριθμών ανθρώπων σε όλο τον κόσμο είναι απελπισμένος. Γιατί ζουν αυτούς τους κύκλους στην καθημερινότητά τους. Οι διαφωνίες στην τηλεόραση ανάμεσα στους τάδε και τους δείνα οικονομολόγους που ξαφνικά προσπαθούν να τους πείσουν ότι εκείνοι έχουν την λύση που θα σταματήσει τις κρίσεις είναι άνευ ουσίας. Αυτό που βλέπουν όλο και περισσότερο οι άνθρωποι είναι ανασφάλεια, μειώσεις και κανένας τέλος στον ορίζοντα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο κόσμος ψάχνει για αποδιοπομπαίους τράγους. Κάποιον να φταίει. Φταίνε οι κακοί τραπεζίτες και τα γκόλτεν μπόυς με τα μεγάλα μπόνους. Φταίνε οι κακοί μετανάστες. Σε κάθε τέτοια περίπτωση ανά την ιστορία έχουμε αντίστοιχα παραδείγματα.
Οι κυβερνήσεις έχουν φυσικά αποδείξει ότι δεν έχουν τον τρόπο να λύσουν το πρόβλημα. Αυτό που έχουν κάνει είναι να συσσωρεύουν όλο και περισσότερα χρέη μετακινώντας το πρόβλημα, δημιουργώντας έτσι ακόμα ένα τεράστιο πρόβλημα. Όταν μία κυβέρνηση δανείζεται, είναι ένας δανειολήπτης πιο σίγουρος από έναν ιδιώτη ή μία εταιρία. Όταν η κυβέρνηση αυτή συνεχίζει να δανείζεται όλο και περισσότερα όμως, η ίδια ανησυχία που έχει ένας δανειστής που δανείζει σε έναν ιδιώτη, κάποια στιγμή εμφανίζεται και όταν δανείζει σε μία κυβέρνηση. Όσο το χρέος μιας χώρας αυξάνεται, η χώρα πρέπει να χρησιμοποιεί όλο και περισσότερα από τα έσοδά της για να πληρώνει τόκους και το ίδιο το χρέος. Όλο και περισσότερα από τα χρήματα των φόρων της χώρας δεν επιστρέφει στους πολίτες της χώρας σαν υπηρεσίες, για σχολεία ή για ένα σταθμό πυροσβεστικής, για ένα επίδομα ανεργίας ή μία κοινωνική ασφάλεια, αλλά πρέπει να φεύγει προς τους δανειστές. Και οι δανειστές δεν είναι ηλίθιοι. Γνωρίζουν πολύ καλά πως αυτή η συμφωνία δεν είναι βιώσιμη για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Γνωρίζουν ότι σε κάποια στιγμή, αργά η γρήγορα, θα δημιουργηθούν κινήματα που θα στραφούν στην ίδια τους την κυβέρνηση και θα πουν “Ποιοι είστε; Υπηρέτριες για τους δανειστές; Εισπράκτορες; Αχθοφόροι; Παίρνετε τα δικά μας χρήματα και απλά τα στέλνετε σε πλούσιους δανειστές; Ακόμα και σε άλλες χώρες;”. Μπορεί κάτι τέτοιο να συμβεί; Φυσικά. Έχει κάτι τέτοιο συμβεί; Πολλές φορές. Το πιο κοντινό παράδειγμα είναι φυσικά η Ελλάδα. Η Ελλάδα αποτελεί ίσως την μοναδική ελπίδα ολόκληρου του κόσμου όπου μπορεί να φτιαχτεί ένα αρκετά δυνατό κίνημα που θα δείξει τον δρόμο στους υπόλοιπους για το πως σταματάμε μία κυβέρνηση που έχει μετατραπεί σε υπηρέτες τοκογλύφων. Έχει την δυναμική, την ιστορική εμπειρία και τον τρόπο σκέψης για να κάνει κάτι τέτοιο. Και οι δανειστές το ήξεραν. Σε κάποιο σημείο λοιπόν, ανακοίνωσαν στην Ελλάδα ότι τα δάνεια σταματάνε, γιατί το ρίσκο θα ήταν πολύ μεγάλο. Για να συνεχίσουμε να σας δανείζουμε, θα κάνετε για εμάς ένα από τα ακόλουθα. Για να αντισταθμίσετε το αυξανόμενο ρίσκο που βλέπουμε στην περίπτωσή σας, θα αυξήσουμε θεαματικά το επιτόκιο των δανείων. Φυσικά σε αυτή την περίπτωση, ο ήδη εξαγριωμένος κόσμος για τα ως τώρα υψηλά χρέη θα εξαγριωνόταν ακόμα περισσότερο με την θεαματική αύξησή τους. Αλλά οι δανειστές ήταν αμετακίνητοι. Είτε μας δίνετε πολλά περισσότερα και δεν δίνουμε δεκάρα τσακιστή για το θα συμβεί αύριο το πρωί στην κοινωνίας σας, ειτε δεν σας δανείζουμε. Στο σημείο που έγινε αυτό φυσικά γνωρίζουμε ότι κυβέρνηση ήταν το ΠΑΣΟΚ (με την λέξη σοσιαλισμό στην μαρκίζα) που κέρδισε τις εκλογές με την υπόσχεση να μην επιβάλει λιτότητα στην λαό της Ελλάδας αφού “λεφτά υπάρχουν”. Οι δανειστές απαιτούν από πολλές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας αλλά και των ΗΠΑ, να κρατούν ένα μεγάλο ποσοστό του ΑΕΠ τους για την αποπληρωμή τόκων. Η Ελλάδα φυσικά αποτέλεσε “πρόβλημα” και προβλήθηκε διεθνώς ως το μαύρο πρόβατο γιατί λόγω του μεγέθους της οικονομικά και σε δυναμική, “έσκασε” πρώτη. Αυτό δεν σημαίνει ότι αποτελεί κάποιου είδους εξαίρεση στον κανόνα. Το ίδιο ακριβώς πράγμα θα συμβεί σε μία-μία όλες τις χώρες που βασίζονται στον εξωτερικό δανεισμό για να λειτουργήσουν. Το πως θα αντιδράσει η κάθε χώρα είναι διαφορετικό θέμα. Το βασικό θέμα είναι ότι είναι νομοτελειακά σίγουρο ότι η φούσκα θα σκάσει αργά ή γρήγορα για όλους. Στις ΗΠΑ για παράδειγμα υπάρχουν ήδη τεράστιες πιέσεις για μέτρα λιτότητας ώστε να συνεχιστεί ο εξωτερικός δανεισμός. Το 2010 η Κίνα μείωσε ήδη κατά 100 δισεκατομμύρια το χρεός των ΗΠΑ που κατείχε, ως μέσο πίεσης, για πρώτη φορά στα χρονικά. Ένα άλλο σημάδι, στην ίδια χώρα, είναι ότι η κυβέρνηση Ομπάμα έχει ήδη αναθέσει σε επιτροπές τον “ανασχεδιασμό” του συστήματος υγείας, ώστε να υπάρχουν περικοπές για να βρεθούν τα επιπλέον χρήματα που χρειάζεται η χώρα ώστε να πληρώσει τους αυξανόμενους τόκους, και να μπορεί να συνεχίζει να δανείζεται. Ο μόνος τρόπος που μπορεί να το κάνει αυτό είναι να βρει τα μεγάλα έξοδα που έχει η κυβέρνηση, και αυτά φυσικά είναι όπως πάντα η κοινωνική ασφάλεια και οι υπηρεσείες υγείας.
Όλα τα παραπάνω δείχνουν ξεκάθαρα πως μία οικονομική κρίση έχει μεταμορφωθεί σε μία πολιτική επίθεση στον λαό όλων των χωρών. Στη Γαλλία το 2010 υπήρχε μία γενική απεργία όπου 2.5 εκατομμύρια άνθρωποι κατέβηκαν στους δρόμους με ένα και μοναδικό αίτημα, να παρθεί πίσω η πρόταση του Σαρκοζί για αύξηση ορίων συνταξιοδότησης από τα 65 στα 67 και από 60 στα 62 για μερική συνταξιοδότηση. Ο λαός της Γαλλίας είπε όχι. Τα μέτρα για μία οικονομική κρίση άρχισαν να μεταμορφώνονται σε κοινωνικό πόλεμο.
Οι λαοί σχεδόν σε όλες τις χώρες, σε άλλες περισσότερο και σε άλλες λιγότερο, καλούνται να πληρώσουν το τεράστιο κόστος που απαιτείται από τις κυβερνήσεις ώστε να διατηρήσουμε το υπάρχον οικονομικό σύστημα, καθώς αυτό βυθίζεται στην δεύτερη τεράστια κρίση του σε λιγότερο από 75 χρόνια. Πολλοί έχουν βγάλει ήδη το συμπέρασμα ότι θα μπορούσαν από την αρχή να υπάρχουν διαφορετικοί χειρισμοί. Ότι δεν ήταν μονόδρομος να φτιάξουμε και να χαρίσουμε τεράστια “πακέτα διάσωσης” προς το τραπεζικό τομέα, να απορροφήσουμε τα τοξικά προϊόντα και να “τονώσουμε” την αγορά με διάφορα άλλα πακέτα. Και όλα αυτά με την ελπίδα και μόνο ότι θα οδηγήσουν σε αναζωογόνηση της αγοράς, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και στο ξεπάγωμα του πιστωτικού συστήματος (ενώ η ιστορία έχει δείξει πολλές φορές το αντίθετο). Η εμμονή στον ιδιωτικό τομέα για την επίλυση αυτών των προβλημάτων καθώς και στην απαίτηση από το δημόσιο να δημιουργήσει τις συνθήκες αυτές που θα έσπρωχναν τον ιδιωτικό τομέα να δημιουργήσει θέσεις εργασίας. Φυσικά τίποτα από τα προηγούμενα δεν λειτούργησε.
Στις ΗΠΑ οι πολίτες που ζουν κάτω από το επίσημο όριο της φτώχιας είναι πάνω από 15 εκ. (15.1%). Ιδιαίτερο λυπηρό είναι επίσης το γεγονός ότι όλο και μεγαλύτερο ποσοστό από αυτούς τους ανθρώπους είναι νέοι. Βασικά όσο νεώτερός είναι κάποιος τόσο πιθανότερο είναι να ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας. Αυτό έχει ως άμεσο αντίκτυπο να υποθηκεύεται και το μέλλον μιας και οι προοπτικές για ένα καλύτερο μέλλον είναι πολύ λιγότερες ανάλογα με το πόσο φτωχός είναι κάποιος.
Τη δεκαετία του 60, οι ΗΠΑ είχαν ένα σημαντικό χαρακτηριστικό, και αυτό ήταν ότι είχε μία από τις λιγότερο άνισες οικονομίες στον ανεπτυγμένο κόσμο. Η διαφορά μεταξύ φτωχών και πλουσίων ήταν μικρότερη από πολλές άλλες χώρες. Μέσα σε λίγες δεκαετίες, οι ΗΠΑ έχουν το προνόμιο να έχουν μία από τις πιο άνισες οικονομίες στον κόσμο, με τον πλούτο να είναι συσσωρευμένος στα χέρια ενός εξωφρενικά μικρού ποσοστού του πληθυσμού. Για 30 χρόνια, η αγοραστική δύναμη του μέσου Αμερικάνου αυξανόταν σταθερά. Από τα μέσα της δεκαετίας του 70 μέχρι σήμερα, η αγοραστική δύναμη έχει μείνει πρακτικά σταθερή. Ο μέσος Αμερικάνος, για να μπορεί να ζει το αμερικάνικο όνειρο της όλο και αυξανόμενης κατανάλωσης, κατέφυγε σε άλλες μεθόδους αύξησης της αγοραστικής δύναμης, ακόμα και πλασματικής, και συγκεκριμένα στην αύξηση του προσωπικού χρέους μέσω της πίστωσης. Μία άλλη μέθοδος ήταν επίσης η αύξηση των ωρών εργασίας καθώς και η αύξηση των μελών της οικογένειας που εργάζονται. Τα τελευταία 30 χρόνια όμως, η ανισότητα αυξάνεται συνεχώς, μιας και όλο και μεγαλύτερο κομμάτι των εισοδημάτων χρησιμοποιείται για αποπληρωμή χρεών. Με την αύξηση των ανισοτήτων αυξάνονται και οι κοινωνικές εκρήξεις. Κατά τη διάρκεια της παρούσας κρίσης, τα παραπάνω φαινόμενα πολλαπλασιάστηκαν. Ένας από τους λόγους ήταν η επίδραση της κρίσης στον τομέα της στεγαστικής αγοράς. Το σπίτι ήταν και είναι συνήθως η μεγαλύτερη περιουσία που έχει κάποιος στην κατοχή του, σε αξία. Σε μία κρίση όπου τα σπίτια υποτιμήθηκαν σε τεράστιο βαθμό (άνω του 25% στις ΗΠΑ), η αξία της περιουσίας εκατομμυρίων ανθρώπων έπεσε αντίστοιχα. Έτσι ο σχετικός πλούτος ενός μεγάλου κομματιού του πληθυσμού μειώθηκε δυσανάλογα.
Αν λοιπόν όλα τα παραπάνω δεν λειτούργησαν ποτέ, και τα αποτελέσματα των προσπαθειών να διορθώσουμε τα κυκλικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε για ακόμα μία φορά είναι εμφανή τριγύρω μας, τότε τι κάνουμε;
Στην ανθρώπινη ιστορία η ανθρωπότητα σκέφτηκε διάφορα συστήματα για να οργανώσει τις κοινωνίες του, τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Οι συνθήκες της κάθε εποχής οδηγούσαν τους ανθρώπους στο να σχεδιάζουν την εκάστοτε οργάνωση ώστε να ταιριαζει με τον όσο το δυνατό καλύτερο τρόπο στις ανάγκες της. Φυσικά οι ανθρώπινες κοινωνίες προχωρούσαν, μεγάλωναν και άλλαζαν με το πέρασμα του χρόνου, και με τις αλλαγες αυτές ερχόντουσαν και τα πρώτα σημάδια ότι κάποιες από τις μορφές οργάνωσης που υπηρέτησαν την ανθρωπότητα για αρκετά χρόνια, δεν επαρκούσαν πια. Σε κάθε τέτοια περίπτωση, η πρώτη αντίδραση των ανθρώπων, συνήθως μικρών ομάδων αυτών, που είχαν τεράστια συμφέροντα στην διατήρηση των παρόντων συστημάτων έβρισκαν τρόπους να μπαλώσουν ή να ρυθμίσουν ελαφρά το σύστημα ώστε να συνεχίσει να υπάρχει για όσο το δυνατό περισσότερο. Όπως ήταν φυσικό, τα μπαλώματα και τα υποστηρίγματα δεν ήταν αρκετά ώστε να λύσουν τα βασικά προβλήματα των συστημάτων αυτών τα οποία αναπόφευκτα κάποτε κατέρρεαν και τα αντικαταστούσαμε με κάτι καινούριο που κάλυπτε τις νέες ανάγκες. Προσωπικά πιστεύω ότι ζούμε το σημείο όπου το οικονομικό σύστημα του καπιταλισμού έχει φτάσει τα όριά του. Τα μπαλώματα ήρθαν και τον κράτησαν στην ζωή για λίγες δεκαετίες ακόμα, με τη μορφή της πίστωσης και του δανεισμού ενώ βλέπουμε σε παγκόσμιο επίπεδο τις σπασμωδικές κινήσεις που περιέγραψα προηγουμένως, για να κάνουμε ένα ακόμα ηλεκτροσόκ σε ένα σύστημα που πεθαίνει, μήπως και ζήσει για λίγο παραπάνω. Στη φάση που είμαστε, το οικονομικό αυτό σύστημα έχει προκαλέσει τις μεγαλύτερες αδικίες και ανισότητες στην ιστορία της ανθρωπότητας, κοινωνικές εκρήξεις μεγάλης ισχύος, κρίσεις και πολέμους που πάνε πακέτο και άπειρη ανθρώπινη δυστυχία. Ο καπιταλισμός για να λειτουργήσει απαιτεί συνεχώς όλο και περισσότερες νέες αγορές και άπειρες πρώτες ύλες για όλο και αυξανόμενα κέρδη. Αυτό είναι πρακτικά αδύνατο να συνεχιστεί επ’αόριστο, αν δεν μετακομίσουμε στον Άρη την επόμενη δεκαετία, οπότε νομίζω ότι ήρθε η ώρα να σκεφτούμε δομικές αλλαγές στο οικονομικό σύστημα που πρακτικά θα το αλλάξουν.
Παραδείγματα; Πρακτικά ένα οικονομικό σύστημα βασίζεται στον έλεγχο των μέσων παραγωγής. Ο δουλοπάροικος είχε τους δούλους να δουλεύουν στα χωράφια του και καρπωνόταν την αξία της εργασίας τους με αντάλλαγμα ουσιαστικά να τους αφήνει ζωντανούς. Ο κεφαλαιοκράτης έχει στην κατοχή του τα κεφάλαια που του επιτρέπουν να ελέγχει ουσιαστικά τις εταιρίες, που αποτελούν τα μέσα παραγωγής του σήμερα. Όπως πάντα, έτσι και τώρα, τα κέρδη ενός μέσου παραγωγής τα καρπώνεται ο ιδιοκτήτης (άντε και οι μέτοχοι) ενώ το κόστος σε περίπτωση αποτυχίας το αναλαμβάνουν όλοι οι υπόλοιποι (οι εργαζόμενοι θα χάσουν τη δουλειά τους και φυσικά το εισόδημά τους). Το ίδιο μοντέλο ισχύει και σε κοινωνίες ολόκληρες όπου εφαρμόζεται όπως ανέφερα το μοντέλο “ιδιωτικό κέρδος, δημόσιο χρέος”.
Πώς αλλάζει κάτι τέτοιο. Ας ρίξουμε μία ιδέα στο τραπέζι. Δημοκρατικό τρόπο οργάνωσης των χώρων εργασίας. Ουσιαστικά απαγόρευση ιδιοκτησίας μέσων παραγωγής. Οι εργαζόμενοι σε μία επιχείρηση θα είναι αυτόματα και μέτοχοι και μέλη του διοικητικού συμβουλίου. Θα αποφασίζουν ταυτόχρονα για την πορεία της επιχείρισης, για τα προϊόντα της καθώς και για την διαχείριση των κερδών της. Μαζί στο κέρδος, μαζί και στη χασούρα. Για να σας δώσω ένα παράδειγμα γιατί κάτι τέτοιο θα λειτουργούσε, σκεφτείτε λίγο το παράδειγμα της μεταφοράς ενός εργοστασίου από την Ελλάδα στη Βουλγαρία λόγω αύξησης της φορολογίας (ένα αγαπημένο παράδειγμα πολλών νεοφιλελεύθερων κατά της αύξησης της φορολογίας στις εταιρίες). Στην τωρινή κατάσταση, αυτός που αντισταθμίζει τα υπέρ και τα κατά μιας τέτοιας κίνησης είναι ο ιδιοκτήτης και κεφαλαιούχος. Στα υπέρ της κίνησης είναι το μειωμένο εργατικό κόστος, η μειωμένη φορολογία καθώς και ενδεχόμενες διευκολύνσεις της Βουλγαρικής κυβέρνησης για “να προσελκύσει επενδύσεις” και για να επέλθει “ανάπτυξη”. Κατά συνέπεια όλων των προηγουμένων, θα υπάρξει σημαντική αύξηση των κερδών. Στα αρνητικά είναι η αύξηση της ανεργίας στην Ελλάδα καθώς και τα κοινωνικά επακόλουθα στην τοπική κοινωνία όπου πιθανότατα πολλές οικογένειες θα βρεθούν σε δύσκολή θέση. Κατ’επέκταση, και ανάλογα με το μέγεθος των προηγούμενων προβλημάτων, κοινωνική αναταραχή σε τοπικό αλλά και εθνικό επίπεδο. Προσέχετε τώρα το σημαντικό του θέματος. Μετρώντας τα θετικά και τα αρνητικά από την πλευρα του ιδιοκτήτη, υπάρχουν μόνο θετικά, γιατί τα αρνητικά που ανέφερα δεν αφορούν ούτε στο ελάχιστο την εταιρία. Μπορείτε φαντάζομαι πολύ εύκολα να φανταστείτε ποια είναι η συμφέρουσα απόφαση για τον ιδιοκτήτη. Επίσης εύκολο είναι να φανταστείτε ποια θα ήταν η αντίστοιχη απόφαση αν οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα ήταν οι ίδιοι ιδιοκτήτες και μέτοχοι. Προφανώς δεν θα άφηναν τους εαυτούς τους άνεργους και δεν θα κατέστρεφαν την τοπική κοινωνία στην οποία οι ίδιοι ζουν.
Εν κατακλείδι, γιατί φτάνουμε σε αρκετά μεγάλο post, πραγματικά νομίζω ότι τα “μέτρα” και οι “ρυθμίσεις” δεν δούλεψαν και δεν θα δουλέψουν. Μοναδική λύση είναι η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και η αλλαγή της κατεύθυνσης και του ρόλου της εργασίας. Η πρόοδος και η ανάπτυξη πρέπει να έχει μοναδικό γνώμονα το κοινωνικό καλό και την ευημερία όσο το δυνατό μεγαλύτερου αριθμού ανθρώπων και όχι το στυγνό κέρδος των μετόχων.
Έχω ακούσει κατά καιρούς πολλές φορές τον στενόμυαλο λογισμό “περισσότερο κράτος ή λιγότερο κράτος” ή “ιδιωτική επιχείρηση ή δημόσια επιχείρηση” ή “ιδιωτικές συναλλαγές ή κυβερνητικός σχεδιασμός”. Η έννοια ότι η κυβέρνηση είναι αποκλειστικά ένας μπαμπούλας που πρέπει να διατηρήσουμε όσο το δυνατό μακρύτερα από εμάς και εκτός της οικονομίας είναι λάθος. Ποτέ δεν έγινε ούτε γίνεται κάτι τέτοιο και αυτό είναι εμφανές όλο και περισσότερο σήμερα. Στην καπιταλιστική μας οικονομία οι κυβερνήσεις είναι αυτές που δανείζονται τερατώδη ποσά για να κινήσουν την οικονομία, όταν για μία ακόμα φορά η θρυλική της αυτορύθμιση απέτυχε παταγωδώς. Ο καπιταλισμός δεν είναι το οικονομικό σύστημα όπου το κράτος απουσιάζει, μιας και όπως κάθε φορά αποδεικνύει, δεν μπορεί ούτε στιγμή να λειτουργήσει χωρίς αυτό. Από την άλλη πλευρά, ο κομμουνισμός δεν είναι το σύστημα όπου οι αγορές απουσιάζουν. Στην πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ, οι αγορές ήταν παντού όπως είναι και στην Κίνα. Όπως επίσης δεν είναι ένα σύστημα που δεν επιτρέπει την ατομική ιδιοκτησία. Αυτό αποτελεί ένα απο τα μεγαλύτερα ψέμματα. Η ατομική ιδιοκτησία είναι ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα από την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Κανείς δεν απαγόρεψε ποτέ και σε κανένα καθεστώς την ατομική ιδιοκτησία (εκτός ίσως από την δουλοκρατία). Σαν παράδειγμα να σας πω ότι ο Λένιν μετά την επανάσταση στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, ένα από τα πρώτα πράγματα που έγιναν ήταν ο διαμοιρασμός της γης σε μικρο γαιοκτήμονες. Ως ατομική ιδιοκτησία.
Δεν υπονοώ φυσικά ότι στην ΕΣΣΔ είχαν κομμουνισμό (μέχρι τον σοσιαλισμό έφτασαν) ούτε φυσικά και στην Κίνα. Τα αναφέρω ως παραδείγματα χωρών που ο κόσμος νομίζει ως κομμουνιστικά.
Τα μοντέλα αυτά δεν αποτελούν περιοριστικές εναλλακτικές λύσεις. Προφανώς έχουμε μάθει από την ιστορία ότι η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απολύτως. Μαθαίνουμε από τα λάθη του παρελθόντος και δεν τα επαναλαμβάνουμε. Αν μάλιστα τα λάθη αυτά τα έχουν κάνει άλλοι, τόσο το καλύτερο:) Νομίζω ότι η ανθρωπότητα είναι ώριμη αρκετά ώστε να συνθέσει μία νέας μορφής οργάνωσης που βασίζεται στα θετικά που μελετήσαμε στο παρελθόν. Κοινωνικοποιημένα μέσα παραγωγής για την οργάνωση της οικονομίας και δημοκρατία με αυστηρές δικλείδες ασφαλείας για το πολίτευμα. Και δεν μιλάω φυσικά για την κοινοβουλευτικές “δημοκρατίες” αλλά για την δημοκρατία όπου το συμφέρον τον πολλών επιβάλλεται και δεν συζητιέται, εκτός από περιπτώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως η ελευθερία της σκέψης ή το δικαίωμα στη ζωή. Σε ένα ανθρωποκεντρικό σύστημα σαν αυτό, η μορφή της κυβέρνησης, καθώς και το μέγεθος του κράτους πρακτικά δεν έχει καμία σημασία. Το μέγεθος της ιδιωτικής και της δημόσιας οικονομικής δραστηριότητας επίσης δεν έχει καμία σημασία. Γιατί εφόσον οποιοσδήποτε συνδυασμός των προηγουμένων λειτουργεί προς όφελος των περισσοτέρων της κοινωνίας, είναι θεμιτός για την κοινωνία. Την στιγμή που παύει να λειτουργεί προς το συμφέρον των πολλών στην κοινωνία, απλά αλλάζει ώστε να το κάνει μέσω της εξουσίας που έχει ο κόσμος, και την οποία ουδέποτε παραδίδει σε “αντιπροσώπους” οι “πεφωτισμένους ηγεμόνες”. Για όσο τα μέσα παραγωγής παραμένουν κοινωνικοποιημένα είναι πρακτικά αδύνατο να υπάρχει τεράστια ανισότητα σε συσσώρευση πλούτου και πρακτικά αδύνατο να υπάρχουν μεγάλες κοινωνικές ανισότητες σε μία τέτοια κοινωνία.
Η αλλαγή πάντα βρίσκει αντιστάσεις, είναι λογικό λόγω αδράνειας. Αλλά στην ιστορία της ανθρωπότητας το μόνο σταθερό πράγμα είναι ότι τίποτα δεν μένει σταθερό.