Ο Δρ. Άινικους χαμογέλασε. Στο σκοτεινό αμφιθέατρο απλωνόταν τώρα μία σιωπή η οποία καθόλου δεν μαρτυρούσε το μεγάλο πλήθος των φοιτητών που βρίσκονταν μέσα σε αυτό. Πράγματι, σε όλες τις διαλέξεις του, φοιτητές όχι μόνο από το τμήμα της Φυσικής αλλά και από πολλά άλλα τμήματα ερχόντουσαν και γέμιζαν ασφυκτικά την αίθουσα. Και με την τελευταία του πρόταση, είχε κάνει όλο αυτό το ακροατήριο να κρατήσει την ανάσα του.
«Είναι αλήθεια, μπορώ να αποδείξω πως το ταξίδι του χρόνου είναι εφικτό. Και μάλιστα το ταξίδι στο παρελθόν. Σε λίγο καιρό θα έχω εργαστηριακά αποτελέσματα.»
Μετά τη σιωπή, ένα μουρμουρητό άρχισε να απλώνεται στον αέρα. Κάποια χαχανητά ακούστηκαν, γεγονός που έκανε τον Δρ. Άινικους να χαμογελάσει ξανά. Είχε τη φήμη του εκκεντρικού καθηγητή, αλλά η τεράστια έρευνα που είχε κάνει σε θέματα κλασσικής και μοντέρνας φυσικής δεν άφηναν περιθώρια αμφισβήτησης της αυθεντίας του. Αλλά αυτή τη φορά το είχε παρακάνει. Οι νέες του δηλώσεις ήταν εξωφρενικές!
«κ. Καθηγητά», είπε ένας φοιτητής με ξανθές φαβορίτες που καθόταν στις πρώτες σειρές, «όλοι γνωρίζουμε τις θεωρίες του Hermann Weyl και του John Wheeler για τις σκουληκότρυπες, αλλά τι συμβαίνει με τα παράδοξα των ταξιδιών του χρόνου;»
«Για να κάνουμε τα πράγματα πιο κατανοητά και σε αυτούς που ίσως πρώτη φορά μας κάνουν την τιμή να είναι κοντά μας – είτε αυτό σημαίνει ότι δεν ανήκουν στις τάξεις των φυσικών του μέλλοντος, είτε απλά ότι είχαν σημαντικότερα πράγματα τις προηγούμενες φορές να κάνουν, στις καφετέριες του campus.»
Ο Δρ. Άινικους, έκανε μία παύση περιμένοντας να σταματήσει το χαχανητό που άρχισε να ξανακούγεται στην αίθουσα. Ύστερα πήγε στο σημείο όπου βρίσκονταν η συστάδα των συρόμενων μαυροπινάκων και κατέβασε έναν καθαρό που βρισκόταν πάνω από τους υπόλοιπους. Πήρε μία κιμωλία και χάραξε μία οριζόντια γραμμή.
« Οι θεωρίες του ταξιδιού του χρόνου, καθώς και οι γενικότερες θεωρήσεις για το χωροχρόνο χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Για να είμαι κατανοητός, θα χρησιμοποιήσω αναφορές σε γνωστές ταινίες του Hollywood. Ελπίζω να πηγαίνετε στον κινηματογράφο, έτσι;»
Η συνήθεια του καθηγητή να χρησιμοποιεί παραδείγματα και φράσεις από την καθημερινή ζωή των φοιτητών του ήταν από τους λόγους που οι διαλέξεις του ήταν τόσο δημοφιλείς. Είχε ένα μοναδικό τρόπο, σύμφωνα τόσο με τα λεγόμενα στους διαδρόμους, όσο και με το αποτέλεσμα του σχετικού, άτυπου, δημοψηφίσματος, να κάνει κατανοητά τα πιο πολύπλοκα θέματα της επιστήμης του, με προαπαιτούμενες μόνο βασικές γνώσεις του γυμνασίου.
«Η πρώτη θεωρία λέει πως ο χωροχρόνος υπάρχει σταθερός και αναλλοίωτος. Οι τρεις διαστάσεις που μπορούμε να αντιληφθούμε, η τέταρτη διάσταση – ο χρόνος – καθώς και οι υπόλοιπες που δεν μπορούμε δεν αλλάζουν ποτέ. Έτσι, μία μετακίνηση πίσω στο χρόνο δεν μπορεί να έχει καμία απολύτως επίπτωση στα δρώμενα. Με λίγα λόγια, αν ταξιδεύατε στο παρελθόν και προσπαθούσατε να σκοτώσετε τον πατέρα σας, απλά θα αποτυγχάνατε. Και αυτό θα είχε ήδη συμβεί τη στιγμή που μιλάμε. Θυμηθείτε απλά την ταινία ‘12 πίθηκοι’ και θα καταλάβετε πολύ καλύτερα τι εννοώ.»
Ο καθηγητής άρχισε να ζωγραφίζει γραμμές παράλληλες με την πρώτη γραμμή που είχε ζωγραφίσει, οι οποίες ακουμπούσαν τη γραμμή αυτή σε τυχαία σημεία, πριν συνεχίσει.
«Η δεύτερη θεωρία αναφέρεται στα παράλληλα σύμπαντα. Οποιαδήποτε επιλογή και περίπτωση δημιουργεί μία εναλλακτική πραγματικότητα, ένα αντίγραφο της κατάστασης στην οποία έγινε η επιλογή, παράλληλο με την πραγματικότητα στην οποία έγινε αυτή. Όπως καταλαβαίνετε στην θεωρία αυτή, υπάρχει άπειρος αριθμός παράλληλων συμπάντων, μιας και οι εναλλακτικές πιθανότητες από την αρχή του κόσμου είναι επίσης άπειρες. Στην θεωρία αυτή, αν ταξιδεύαμε πίσω στο χρόνο, κάθε επιλογή μας θα δημιουργούσε μία εναλλακτική πραγματικότητα, στην κατάληξη της οποίας θα γυρίζαμε αν ταξιδεύαμε μετά μπροστά στην εποχή μας, ή τουλάχιστον στο χρονικό σημείο από το οποίο θα νομίζαμε ότι είχαμε έρθει. Εδώ, καλύτερη κατανόηση θα σας δώσει σίγουρα η τριλογία ‘Επιστροφή στο μέλλον’.»
«κ. Καθηγητά», τον διέκοψε μία στρουμπουλή φοιτήτρια με φακίδες και γυαλιά, «ισχυρίζεστε λοιπόν πως έχετε τον τρόπο να δώσετε απάντηση σε όλα τα ερωτήματα που ταλανίζουν τους επιστήμονες σχετικά με το ταξίδι στο χρόνο;»
«Σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ναι, θα μπορώ να δώσω κάποιες απαντήσεις.»
«Μα ο χρόνος δεν εξαρτάται από εσάς ή από εμένα!»
«Αγαπητή μου, ο χρόνος είναι ακόμα μία διάσταση. Το γεγονός ότι κυλά πάντα προς τα εμπρός, είναι απλά θέμα αδράνειας. Μάλιστα, αν θέλεις να διαπιστώσεις ότι η ταχύτητα του χρόνου δεν είναι καν σταθερή, δοκίμασε να περιμένεις για ένα λεπτό έξω από την τουαλέτα δίπλα στο κυλικείο, όταν πραγματικά θέλεις να μπεις μέσα!»
Χαχανητά ξανακούστηκαν στην αίθουσα.
«Και όμως, πιστεύω ότι θα αποτύχετε», πετάχτηκε πάλι ο φοιτητής με τις ξανθές φαβορίτες. Η αίθουσα ξαφνικά γέμισε πάλι με σιωπή.
«Ελπίζω να μπορείς να στηρίξεις την άποψή σου αυτή», απάντησε χαμογελαστός ο Δρ. Άινικους, «Θέλω να ακούσω γιατί το λες αυτό»
«Γιατί στην ιστορία δεν έχει καταγραφεί ούτε ένας άνθρωπος να ισχυριστεί και να αποδείξει ότι έχει έρθει από το μέλλον;»
Ο Δρ. Άινικους δεν απάντησε. Το κουδούνι πίσω του, ψηλά στην αριστερή γωνία προς το ταβάνι ακούστηκε σημαίνοντας το τέλος της ώρας διδασκαλίας. Χαμογελώντας, κοίταξε τους φοιτητές του και τελικά είπε: «Θα πρέπει να περιμένετε μέχρι την επόμενη εβδομάδα για να το μάθετε αυτό». Αρκετά πρόσωπα φάνηκαν σχεδόν απογοητευμένα από την απάντηση αυτή.
Αποσυνδέοντας το laptop από τον προβολέα της αίθουσας και μαζεύοντας τα βιβλία και τις σημειώσεις στην τσάντα του, έσβησε σιγά σιγά το χαμόγελο από το πρόσωπό του. Η πραγματικότητα ήταν πως δεν είχε απάντηση στην ερώτηση που μόλις του είχε γίνει. Είχε γίνει τόσο ξαφνικά και ήταν τόσο λογική και απλή που ακόμα και ένα καθηγητή του βεληνεκούς του, τον είχε αφήσει άφωνο. Σήκωσε το κεφάλι και είδε πως και οι τελευταίοι φοιτητές του είχαν φύγει από την αίθουσα. Προχώρησε αργά, πάτησε τους διακόπτες που έκλειναν τα φώτα και έκλεισε την πόρτα πίσω του.
Προχώρησε στους διαδρόμους του πανεπιστημίου το οποίο είχε ήδη αρχίσει να αδειάζει. Ήταν μία από τις τελευταίες διαλέξεις της εβδομάδας, και το Σαββατοκύριακο καλούσε τους νεαρούς φοιτητές να αρχίσουν να ασχολούνται με πράγματα της ηλικίας και της ιδιότητάς τους. Ήταν Παρασκευή βράδυ.
Ο Δρ. Άινικους κατέβηκε τα σκαλιά που τον οδηγούσαν στο εργαστήρι του. Βρισκόταν τώρα μπροστά σε μία κλειδωμένη πόρτα που είχε μία πινακίδα με το όνομά του και την ένδειξη «Τμήμα Φυσικής – Ιδιωτικό». Κοίταξε γύρω του, έβγαλε ένα μεγάλο κλειδί ασφαλείας και ξεκλείδωσε την πόρτα. Αμέσως πέρασε σε ένα προθάλαμο, κλείνοντας την πόρτα πίσω του. Μία νέα πόρτα βρισκόταν μπροστά του, η οποία δεν είχε κλειδαριές, παρά μόνο μία περίεργη συσκευή, σαν κάμερα ασφαλείας, στο δεξί της μέρος. Πλησίασε το πρόσωπό του στη συσκευή, η οποία έριξε ένα γαλαζοπράσινο φως την ίριδα του ματιού του κάνοντας ένα σιγανό βουητό. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, η δεύτερη πόρτα άνοιξε σαν κάποιος να την είχε ανοίξει από μέσα.
Τα συστήματα ασφαλείας είχαν εγκατασταθεί για διάφορους λόγους που είχε προβάλει ο καθηγητής. Από την μία είχε πείσει την προϊστάμενη αρχή ότι η έρευνα του θα ήταν επικίνδυνη σε λάθος χέρια και από την άλλη τους οικονομικούς μάνατζερ ότι ο εξοπλισμός που είχε στο εν λόγω εργαστήριο ήταν πολύ υψηλού κόστους. Με τον τρόπο αυτό είχε καταφέρει να κρατάει καλά τα μυστικά του. Από την άλλη, διεξάγοντας μία εικονική έρευνα επάνω σε συστήματα κρυπτογράφησης που στην πραγματικότητα είχε ήδη στην κατοχή του, είχε καταφέρει να πάρει μία γενναία επιδότηση από το υπουργείο άμυνας, επιδότηση που του είχε επιτρέψει να κάνει πραγματικότητα τον αληθινό σκοπό του.
Ο καθηγητής γύρισε μερικούς διακόπτες, κάνοντας το δωμάτιο να λουστεί στο φως. Ήταν σε μία μικρή αίθουσα με μία σειρά τερματικών. Από την εμφάνιση των τερματικών, άλλα με φωτογραφίες κολλημένες στην οθόνη, άλλα με μισοτελειωμένα σάντουιτς μπροστά τους, μπορούσε κανείς να καταλάβει πως τα χειρίζονταν φοιτητές-βοηθοί του καθηγητή. Ένας από τους τοίχους ήταν από γυαλί, στην άλλη πλευρά του οποίου βρίσκονταν ένα μεγάλο μηχάνημα με πολλά φωτάκια που αναβόσβηναν, σαν σε ταινία επιστημονικής φανταστίας, πιθανότατα κάποιος υπερυπολογιστής μεγάλης ισχύος. Ο καθηγητής έκανε εξομοιώσεις επάνω στις σκουληκότρυπες. Ή τουλάχιστον έτσι είχε πει σε όλους, ακόμα και στους βοηθούς του.
Προχώρησε πιο μέσα, σε ένα μικρό γραφείο. Ένα ακόμα τερματικό, με δύο μεγάλες οθόνες ήταν επάνω στο γραφείο, δίπλα σε στοίβες χαρτιά, που φαινόντουσαν τακτοποιημένα. Κάθισε στη μεγάλη, δερμάτινη καρέκλα. Πάτησε κάποια πλήκτρα στο τερματικό και ακούστηκε ένα βουητό από πίσω του. Η μεγάλη βιβλιοθήκη είχε υποχωρήσει σε ένα σημείο αποκαλύπτοντας ένα πέρασμα. Μπήκε στο πέρασμα σε ένα μικρό δωμάτιο.
Ο Δρ. Άινικους είχε πει ψέματα. Όταν έλεγε ότι θα είχε σε λίγο χρονικό διάστημα εργαστηριακά αποτελέσματα. Όταν έλεγε ότι εξομοίωνε σκουληκότρυπες. Η πραγματικότητα ήταν πως οι μετρήσεις του είχαν επαληθευτεί. Οι δοκιμές, που είχε κάνει αφού έμενε μόνος στο εργαστήριο, είχαν πετύχει. Ο μόνος που ήξερε την αλήθεια ήταν ο υπερυπολογιστής που γουργούριζε στο δωμάτιο πίσω από το τζάμι δίπλα του. Τα πάντα ήταν έτοιμα.
Είχε σκοπό να κάνει όλες τις τελικές δοκιμές όπως τους άρμοζαν. Ο τύπος, τα φώτα της δημοσιότητας, το βραβείο Νόμπελ! Ένα πειραματόζωο που θα έμενε στην ιστορία, όπως η σκυλίτσα Λάικα! Ώρες ατελείωτες θα έφταναν σε αυτό το σημείο, στο σημείο της δόξας του.
Αλλά η ερώτηση που του έγινε σήμερα τον είχε συνταράξει. Που ήταν όλοι οι άνθρωποι του μέλλοντος; Αν ο ίδιος ήξερε με πάσα βεβαιότητα ότι ήταν εφικτό να γίνει, γιατί δεν είχε ήδη γίνει; Οι σκέψεις αυτές τον βασάνιζαν σε όλη τη διαδρομή από το αμφιθέατρο. Εκεί που είχε πάρει τη μεγάλη απόφαση.
Θα έκανε αυτό που είχαν κάνει τόσοι μεγάλοι επιστήμονες στο παρελθόν. Θα επέλεγε την αθανασία με το δικό του τρόπο. Θα έκανε το μεγάλο πείραμα στον εαυτό του! Θα γύρναγε πίσω και θα γραφόταν στα βιβλία της ιστορίας! Θα μίλαγε για το μέλλον!
Κοίταξε μπροστά του και το είδε. Έμοιαζε με ψυγείο, ένα μεγάλο μεταλλικό κουτί συνδεδεμένο με δεκάδες καλώδια και οθόνες. Τεχνικά, ήταν εφικτό να πετύχει την ιδέα του, το σύστημα μπορούσε να δουλέψει χωρίς επίβλεψη.
Πλησίασε μία κονσόλα και έδωσε τις παραμέτρους. Εκατό χρόνια πίσω. Γνώριζε πολύ καλά πως το υπόγειο που βρισκόταν υπήρχε τουλάχιστον τρεις αιώνες. Ήξερε πολύ καλά πως το ταξίδι του θα ήταν χωρίς επιστροφή. Δεν τον ένοιαζε.
Σαν σε όνειρο, άνοιξε την βαριά πόρτα της μηχανής και μπήκε μέσα. Ήταν εντελώς γυμνός.
Τα επόμενα λεπτά κύλησαν σαν ώρες. Έπρεπε να περιμένει μέχρι να γίνουν οι πολύπλοκοι υπολογισμοί, αρκετά πολύπλοκοι ακόμα και για τον υπερυπολογιστή που διέθετε. Πολλές εικόνες περνούσαν από το μυαλό του. «Γιατί κανείς δεν ήρθε ποτέ πίσω;»
Μέσα στις σκέψεις του, εντελώς ξαφνικά, ο χρόνος πάγωσε. Ένοιωσε μία λάμψη να τον καταπίνει και να παγώνει. Πολλά πέρασαν αστραπιαία από το μυαλό του. Και το τελευταίο από αυτά ήταν τρόμος. Ο απόλυτος τρόμος. Είχε καταλάβει ακαριαία τις απαντήσεις. Την απάντηση. Μα ήταν πολύ αργά.
Ήταν σίγουρος ότι είχε πάει πίσω. Ήταν σίγουρος ότι οι υπολογισμοί του ήταν σωστοί. Οι θεωρίες του είχαν λειτουργήσει τέλεια. Ήταν εκατό χρόνια πίσω. Βρισκόταν στο παρελθόν. Ήξερε ότι οι ταξιδιώτες του μέλλοντος είχαν γυρίσει πράγματι πίσω. Αυτό που δεν είχε υπολογίσει ήταν πως βρισκόταν ακριβώς στο απόλυτα ίδιες τρεις διαστάσεις από τις οποίες είχε ξεκινήσει.
Μόνο που εκατό χρόνια πριν, η ίδια η Γη δεν βρισκόταν εκεί. Βρισκόταν κάπου αλλού. Θα ερχόταν κάτω από τα πόδια του σε εκατό χρόνια. Κατάλαβε πως είχε επικεντρωθεί τόσο στο ταξίδι του χρόνου, που δεν σκέφτηκε το ταξίδι στο χώρο. Νοιάστηκε τόσο για το πότε, που ξέχασε το πού.
Βρισκόταν στη μέση του παγωμένου κενού.
Γυμνός.
Με την τελευταία φράση να περνάει από το μυαλό του να είναι «και όμως, πιστεύω ότι θα αποτύχετε».
Και ύστερα χάθηκαν όλα και έγινε ένα με το χρόνο τον ίδιο.